- ἐπικουρίου
- ἐπικούριοςsuccouringmasc/fem/neut gen sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Ἐπικουρίου — Ἐπικούριος masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Φιγάλεια — Ημιορεινός οικισμός (υψόμ. 460 μ.), στην πρώην επαρχία Ολυμπίας του νομού Ηλείας. Είναι έδρα του ομώνυμου δήμου (6 τ. χλμ.). Η ονομασία της οφείλεται στην ομώνυμη αρχαία πόλη, τη γνωστή και με το όνομα Φιγαλία. Η Φ. ιδρύθηκε από τον Φίγαλο, γιο… … Dictionary of Greek
Список объектов Всемирного наследия ЮНЕСКО в Греции — В списке Всемирного наследия ЮНЕСКО в Греческой Республике значится 17 наименований (на 2012 год), это составляет 1,6 % от общего числа (962 на 2012 год). 15 объектов включены в список по культурным критериям, причём 11 из них признаны… … Википедия
Νάος — Ο χώρος που είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού, η κατοικία του θεού. Η έννοια του ν. συνδέεται γενικά με την έννοια του ιερού που, πιθανότατα, προηγείται και που σημαίνει έναν χώρο, συνήθως φυσικό, όπου η θεότητα εκδηλώνει την παρουσία και τη … Dictionary of Greek
εφεδρεία — η (Α ἐφεδρεία) [εφεδρεύω] 1. το να εφεδρεύει, να κάθεται κάποιος πάνω σε κάτι («ἔχει δὲ καὶ τοὺς ὄνυχας βελτίους τῶν κολοιῶν, πεφυκότας πρὸς τὴν ἀσφάλειαν τὴς ἐπὶ τοῑς δένδρεσιν ἐφεδρείας», Αριστοτ.) 2. πολεμική δύναμη που παρακολουθεί από κοντά… … Dictionary of Greek
ναός — Ο χώρος που είναι αφιερωμένος στη λατρεία του θεού, η κατοικία του θεού. Η έννοια του ν. συνδέεται γενικά με την έννοια του ιερού που, πιθανότατα, προηγείται και που σημαίνει έναν χώρο, συνήθως φυσικό, όπου η θεότητα εκδηλώνει την παρουσία και τη … Dictionary of Greek
ακρόλιθο — Τύπος αγάλματος της αρχαϊκής ελληνικής γλυπτικής, με τα άκρα (κεφάλι, χέρια, πόδια) από μάρμαρο ή πέτρα ή ελεφαντόδοντο και το υπόλοιπο σώμα ξύλινο (γι’ αυτό δεν σώθηκαν αγάλματα αυτού του είδους), σκεπασμένο με τα ενδύματα· αποτελούν δηλαδή μια… … Dictionary of Greek